Παράγεται από τις ποικιλίες Syrah, Μerlot και Λημνιό με την κλασική ερυθρή οινοποίηση. Παλαιώνει για ένα περίπου χρόνο σε δρύινα γαλλικά βαρέλια. Έχει λαμπερό βαθυπόρφυρο χρώμα και σύνθετο μπουκέτο μπαχαρικών και ώριμων μαύρων φρούτων, όπως δαμάσκηνο, κεράσι.
Στο στόμα οι ευγενικές τανίνες υποστηρίζονται από άφθονο φρούτο, δημιουργώντας μια εντύπωση δύναμης και ισορροπίας. Εμφανίζει μακρά επίγευση με επανάληψη των μπαχαρικών.
Παράγεται από την ελληνική ποικιλία Ξινόμαυρο, μια χαρισματική αλλά και απαιτητική στην καλλιέργεια ποικιλία της Μακεδονίας που εγκλιματίστηκε ιδανικά στο μικροκλίμα της Επανομής.
Μετά την έκθλιψη, ο μούστος παραμένει με τα στέμφυλα για λίγες ώρες σε χαμηλή θερμοκρασία και στην συνέχεια η οινοποίηση εκτυλίσσεται σε ανοξείδωτες ψυχόμενες δεξαμενές στους 18 °C. Το κρασί παραμένει με τις οινολάσπες του για μερικούς μήνες, κερδίζοντας σε δομή και σώμα.
Έχει απαλό ροζ- σομόν χρώμα και έντονο αρωματικό χαρακτήρα με αρώματα εσπεριδοειδών (ροζ γκρέιπφρουτ), φρούτων του δάσους, κερασιού και φράουλας. Στο στόμα παρουσιάζεται πλούσιο, με πολύ καλή οξύτητα και ισορροπία, αλλά και μία έντονα αρωματική επίγευση (βύσσινο-κεράσι).
Γεννήθηκε από την εκλεκτή ποικιλία Viognier του ιδιόκτητου αμπελώνα, η οποία φυτεύτηκε στο Κτήμα το 1993 με τη συνεργασία του Γεωπονικού Τμήματος του Α.Π.Θ.
Μετά την προζυμωτική κρυοεκχύλιση και τη ζύμωση σε δρύινα γαλλικά βαρέλια, το κρασί παλαιώνει για μερικούς μήνες μαζί με τις οινολάσπες του, αποκτώντας έτσι πλούσια γεύση.
Το χρώμα του είναι έντονο χρυσοκίτρινο και παρουσιάζει πλούσιο ποικιλιακό χαρακτήρα με αρώματα από βερίκοκο, ροδάκινο και νότες καπνού στη μακρά επίγευση.
Επιδέχεται παλαίωση και σερβίρεται δροσερό στους 10–12 °C.
Προέρχεται από την ποικιλία Chardonnay, που καλλιεργείται στο Κτήμα από το 1983. Μετά την προζυμωτική κρυοεκχύλιση, το κρασί ζυμώνεται σε δρύινα γαλλικά βαρέλια. Παραμένει για χρονικό διάστημα μερικών μηνών σε επαφή με τις οινολάσπες του, κερδίζοντας έτσι σε σώμα και πλουτίζοντας σε ποικιλιακά αρώματα.
Το χρώμα του είναι έντονο χρυσοκίτρινο και χαρακτηρίζεται από αρώματα μελιού, βανίλιας, ώριμων εσπεριδοειδών σε φόντο καπνού και ξηρών καρπών. Έχει γεμάτη, πλούσια και μεστή γεύση και επιδέχεται παλαίωση.
Προέρχεται από την ποικιλία Sauvignon Blanc, που καλλιεργείται σε μικρό τμήμα του αμπελώνα του Κτήματος. Μετά την προζυμωτική κρυοεκχύλιση, ζυμώνεται γύρω στους 20 °C σε δρύινα γαλλικά βαρέλια, όπου και παραμένει για μερικούς μήνες με τις οινολάσπες του.
Έχει λαμπερό χρυσοκίτρινο χρώμα και μπουκέτο με χαρακτήρα καλοκαιρινών και εξωτικών φρούτων (πεπόνι, αχλάδι, μάνγκο, ανανάς) σε φόντο καπνιστής βανίλιας και αρωματικών χόρτων. Παρουσιάζεται μεστό, ισορροπημένο και καλά δομημένο, καθώς έχει κερδίσει από την επαφή του με το ξύλο. Είναι κρασί με δυνατότητα εξέλιξης.
Παράγεται από την ελληνική ποικιλία Μαλαγουζιά, που διασώθηκε από την εξαφάνιση χάρη στις προσπάθειες του Βαγγέλη Γεροβασιλείου.
Μετά την προζυμωτική κρυοεκχύλιση, η οινοποίηση πραγματοποιείται σε ανοξείδωτες δεξαμενές στους 18 °C, ενώ ποσότητα οινοποιείται σε δρύινα γαλλικά βαρέλια. Το κρασί παραμένει με τις οινολάσπες του για μερικούς μήνες, κερδίζοντας σε δομή και σώμα.
Έχει λαμπερό αχυρένιο χρώμα με πρασινωπές ανταύγειες και αρώματα ώριμων φρούτων, όπως αχλάδι, μάνγκο και κίτρο. Στο στόμα παρουσιάζεται πλούσιο και γεμάτο με αρώματα λεμονιού, που δίνουν ένα ισορροπημένο τελείωμα.
Δημιουργήθηκε από συνδυασμό δύο ελληνικών ποικιλιών, της Μαλαγουζιάς και του Ασύρτικου.
Μετά την προζυμωτική κρυοεκχύλιση, η οινοποίηση εκτυλίσσεται σε ανοξείδωτες ψυχόμενες δεξαμενές σε θερμοκρασία γύρω στους 18 °C. Το κρασί έχει λαμπερό αχνόξανθο χρώμα με πρασινωπές ανταύγειες. Η «μύτη» του είναι εκφραστική με εναλλασσόμενες εντυπώσεις, καθώς δίπλα στα εξωτικά φρούτα περνούν νότες πιπεριάς, γιασεμιού, πορτοκαλιού, πεπονιού, βοτάνων και λεμονιού.
Η πρώτη επαφή στο στόμα αποπνέει ευγένεια, ενώ η συνολική παρουσία χαρακτηρίζεται από πλούτο, αρμονία, ευχάριστη ζωντάνια και λεμονάτο τελείωμα. Προτείνεται η κατανάλωση στα πρώτα 2 χρόνια της ζωής του.